Kategoria:Język nowogrecki - przymiotniki
Wygląd
Indeks: |
Podkategorie
Poniżej wyświetlono 2 spośród wszystkich 2 podkategorii tej kategorii.
- Formy przymiotników nowogreckich (215 str.)
- Język nowogrecki - frazy przymiotnikowe (12 str.)
Strony w kategorii „Język nowogrecki - przymiotniki”
Poniżej wyświetlono 200 spośród wszystkich 1581 stron tej kategorii.
(poprzednia strona) (następna strona)Α
- αβαθής
- αβανγκάρντ
- αβάσιμος
- αβάσταχτος
- αβάφτιστος
- αβγοειδής
- αβδηριτικός
- αβέβαιος
- αβίαστος
- αβιοτικός
- αβλαβής
- άβολος
- άβουλος
- αβούρτσιστος
- άβραστος
- αγαθός
- άγαμος
- αγαπημένος
- αγαπητός
- άγαρμπος
- αγγειοδιασταλτικός
- αγγελικός
- αγγλικός
- αγενής
- αγεωμέτρητος
- αγιάτρευτος
- άγιος
- αγκαζέ
- αγκολέζικος
- αγνοούμενος
- αγνός
- άγνωστος
- άγονος
- άγουρος
- αγράμματος
- άγριος
- αγροίκος
- αγωνιώδης
- αδαής
- αδειανός
- άδειος
- αδέκαστος
- αδελφικός
- αδελφοκτόνος
- αδελφός
- αδέξιος
- αδερφοκτόνος
- αδήλωτος
- αδηφάγος
- αδιαβατικός
- αδιάβλητος
- αδιάβροχος
- αδιάθετος
- αδιάκοπος
- αδιαπέραστος
- αδιαφόρετος
- αδιάφορος
- αδιέξοδος
- άδικος
- αδίστακτος
- αδύναμος
- αδυνατιστικός
- αδύνατος
- αερόβιος
- αεροδυναμικός
- αεροπορικός
- αζερικός
- αζέρικος
- αζωτούχος
- άηχος
- αθάνατος
- άθαφτος
- αθεϊστικός
- αθέμιτος
- άθεος
- αθεράπευτος
- αθηναϊκός
- αθλητικός
- άθλιος
- αθόρυβος
- αθώος
- αιγυπτιακός
- αιθιοπικός
- αίθριος
- αιλουροειδής
- αιματηρός
- αιμοβόρος
- αιμορραγικός
- αιολικός
- αισθαντικός
- αισθητικός
- αισιόδοξος
- αιτιώδης
- αιφνίδιος
- αιώνιος
- αιωνόβιος
- ακαδημαϊκός
- ακάθαρτος
- άκακος
- ακάνθινος
- άκαρπος
- ακαταλαβίστικος
- ακατάληπτος
- ακατάλληλος
- ακατανόητος
- ακατάπαυστος
- ακατάστατος
- ακατοίκητος
- ακέραιος
- ακίνητος
- άκλιτος
- ακμαίος
- ακόλουθος
- ακουστικός
- ακριβής
- ακριβός
- ακροαριστερός
- ακροβατικός
- ακτοπλοϊκός
- αλβανικός
- αλγεβρικός
- αλγερικός
- αλγερίνικος
- αλγοριθμικός
- αλεξίσφαιρος
- αληθινός
- αλιευτικός
- αλκοολικός
- αλκοολούχος
- αλληγορικός
- αλλήθωρος
- αλληλέγγυος
- αλλοδαπός
- αλλόθρησκος
- αλμυρός
- αλουμινένιος
- αλπικός
- αλσατικός
- αλφαβητικός
- αμαζονικός
- αμάνικος
- αμάραντος
- αμαρτωλός
- αμβλύς
- αμέθυστος
- αμερικανικός
- αμερικάνικος
- άμεσος
- αμετάβατος
- αμετάκλητος
- αμίαντος
- αμιγής
- άμισχος
- αμοιβαίος
- άμορφος
- άμουσος
- αμπχαζικός
- αμφίβολος
- αμφισεξουαλικός
- αμφιφυλόφιλος
- αναγκασμένος
- αναίμακτος
- αναιμικός
- ανάλατος
- αναλφάβητος
- αναμνηστικός
- ανανεώσιμος
- αναξιόπιστος
- αναπηρικός
- αναπνευστικός
- αναπόφευκτος
- ανάρπαστος
- αναρχικός
- ανατολικός
- ανατομικός
- αναφορικός
- αναχρονιστικός
- ανδαλουσιανός
- ανδρικός
- ανεξάρτητος
- ανεξίτηλος
- ανεπιθύμητος
- ανεπίσημος
- άνευ όρων
- ανηλεής
- ανήλικος
- ανησυχητικός
- ανθρώπινος
- ανθρωποφάγος
- ανίκανος
- ανισοσύλλαβος
- ανόητος
- ανοικτός
- ανοιξιάτικος
- ανοιχτός
- ανοξείδωτος
- ανοσοποιητικός
- άνοστος
- ανταλλάξιμος
- ανταρκτικός