Aneks:Język nowogrecki - koniugacja czasownika έχω

Z Wikisłownika – wolnego słownika wielojęzycznego

Odmiana czasownika έχω[edytuj]

bezokolicznik w języku greckim nie istnieje
imiesłów współczesny (μετοχή) έχοντας
imiesłów przymiotnikowy bierny (απαρέμφατο) w czasach złożonych ----
osoba pojedyncza mnoga
pierwsza druga trzecia pierwsza druga trzecia
tryb oznajmujący (οριστική) εγώ εσύ αυτός, αυτή, αυτό εμείς εσείς αυτοί, αυτές, αυτά
teraźniejszy (ενεστώτας) έχω έχεις έχει έχουμε / έχομε έχετε έχουν(ε)
παρατατικός είχα είχες είχε είχαμε είχατε είχαν(ε)
przyszły (μέλλοντας) θα έχω θα έχεις θα έχει θα έχουμε / έχομε θα έχετε θα έχουν(ε)
tryb łączący (υποτακτική) εγώ εσύ αυτός, αυτή, αυτό εμείς εσείς αυτοί, αυτές, αυτά
teraźniejszy (ενεστώτας) να έχω να έχεις να έχει να έχουμε / έχομε να έχετε να έχουν(ε)
tryb rozkazujący (προστακτική) εγώ εσύ αυτός, αυτή, αυτό εμείς εσείς αυτοί, αυτές, αυτά
έχε /ας έχεις ας/να έχει έχετε / να έχετε να/ας έχουν