Aneks:Język nowogrecki - 7 model koniugacji

Z Wikisłownika – wolnego słownika wielojęzycznego

Model koniugacji C7.1[edytuj]

  • C7.1 (strona czynna)
Strona czynna – Ενεργητική φωνή
Czas ja ty on/a/o my wy oni/one
Teraźniejszy niedokonany ζεσταίνω ζεσταίνεις ζεσταίνει ζεσταίνο(υ)με ζεσταίνετε ζεσταίνουν(ε)
Teraźniejszy dokonany έχω ζεστάνει έχεις ζεστάνει έχει ζεστάνει έχουμε ζεστάνει έχετε ζεστάνει έχουν(ε) ζεστάνει
Przeszły niedokonany ζέσταινα ζέσταινες ζέσταινε ζεσταίναμε ζεσταίνατε ζέσταιναν
Przeszły dokonany ζέστανα ζέστανες ζέστανε ζεστάναμε ζεστάνατε ζέσταναν
Zaprzeszły είχα ζεστάνει είχες ζεστάνει είχε ζεστάνει είχαμε ζεστάνει είχατε ζεστάνει είχαν(ε) ζεστάνει
Przyszły niedokonany θα ζεσταίνω θα ζεσταίνεις θα ζεσταίνει θα ζεσταίνο(υ)με θα ζεσταίνετε θα ζεσταίνουν(ε)
Przyszły dokonany θα ζεστάνω θα ζεστάνεις θα ζεστάνει θα ζεστάνουμε θα ζεστάνετε θα ζεστάνουν(ε)
Przedprzyszły θα έχω ζεστάνει θα έχεις ζεστάνει θα έχει ζεστάνει θα έχουμε ζεστάνει θα έχετε ζεστάνει θα έχουν(ε) ζεστάνει
Rozkazujący niedokonany - ζέσταινε - - ζεσταίνετε -
Rozkazujący dokonany - ζέστανε - - ζεστάνετε -
Bezokolicznik rzeczowny ζεστάνει
Imiesłów czynny ζεστάνοντας
  • C7.1 (strona zwrotno-bierna)
Strona bierno-zwrotna – Παθητική φωνή
Czas ja ty on/a/o my wy oni/one
Teraźniejszy niedokonany ζεσταίνομαι ζεσταίνεσαι ζεσταίνεται ζεσταινόμαστε ζεσταίνεστε ζεσταίνονται
Teraźniejszy dokonany έχω ζεσταθεί έχει ζεσταθεί έχει ζεσταθεί έχουμε ζεσταθεί έχετε ζεσταθεί έχουν(ε) ζεσταθεί
Przeszły niedokonany ζεσταινόμουν ζεσταινόσουν ζεσταινόταν ζεσταινόμασταν ζεσταινόσασταν ζεσταινόνταν
Przeszły dokonany ζεστάθηκα ζεστάθηκες ζεστάθηκε ζεσταθήκαμε ζεσταθήκατε ζεστάθηκαν
Zaprzeszły είχα ζεσταθεί είχες ζεσταθεί είχε ζεσταθεί είχαμε ζεσταθεί είχατε ζεσταθεί είχαν(ε) ζεσταθεί
Przyszły niedokonany θα ζεσταίνομαι θα ζεσταίνεσαι θα ζεσταίνεται θα ζεσταινόμαστε θα ζεσταίνεστε θα ζεσταίνονται
Przyszły dokonany θα ζεσταθώ θα ζεσταθείς θα ζεσταθεί θα ζεσταθούμε θα ζεσταθείτε θα ζεσταθούν
Przedprzyszły θα έχω ζεσταθεί θα έχεις ζεσταθεί θα έχει ζεσταθεί θα έχουμε ζεσταθεί θα έχετε ζεσταθεί θα έχουν(ε) ζεσταθεί
Rozkazujący niedokonany - (ζεσταίνου) - - (ζεσταίνεστε) -
Rozkazujący dokonany - - - - ζεσταθείτε -
Bezokolicznik rzeczowny ζεσταθεί
Imiesłów bierny ζεσταμένος

Model koniugacji C7.2[edytuj]

  • C7.2 (strona czynna)
Strona czynna – Ενεργητική φωνή
Czas ja ty on/a/o my wy oni/one
Teraźniejszy niedokonany υγραίνω υγραίνεις υγραίνει υγραίνο(υ)με υγραίνετε υγραίνουν(ε)
Teraźniejszy dokonany έχω υγράνει έχεις υγράνει έχει υγράνει έχουμε υγράνει έχετε υγράνει έχουν(ε) υγράνει
Przeszły niedokonany ύγραινα ύγραινες ύγραινε υγραίναμε υγραίνατε ύγραιναν
Przeszły dokonany ύγρανα ύγρανες ύγρανε υγράναμε υγράνατε ύγραναν
Zaprzeszły είχα υγράνει είχες υγράνει είχε υγράνει είχαμε υγράνει είχατε υγράνει είχαν(ε) υγράνει
Przyszły niedokonany θα υγραίνω θα υγραίνεις θα υγραίνει θα υγραίνο(υ)με θα υγραίνετε θα υγραίνουν(ε)
Przyszły dokonany θα υγράνω θα υγράνεις θα υγράνει θα υγράνουμε θα υγράνετε θα υγράνουν(ε)
Przedprzyszły θα έχω υγράνει θα έχεις υγράνει θα έχει υγράνει θα έχουμε υγράνει θα έχετε υγράνει θα έχουν(ε) υγράνει
Rozkazujący niedokonyny - ύγραινε - - υγραίνετε -
Rozkazujący dokonany - ύγρανε - - υγράνετε -
Bezokolicznik rzeczowny υγράνει
Imiesłów czynny υγραίνοντας
  • C7.2 (strona zwrotno-bierna)
Strona bierno-zwrotna – Παθητική φωνή
Czas ja ty on/a/o my wy oni/one
Teraźniejszy niedokonany υγραίνομαι υγραίνεσαι υγραίνεται υγραινόμαστε υγραίνεστε υγραίνονται
Teraźniejszy dokonany έχω υγρανθεί έχει υγρανθεί έχει υγρανθεί έχουμε υγρανθεί έχετε υγρανθεί έχουν(ε) υγρανθεί
Przeszły niedokonany υγραινόμουν υγραινόσουν υγραινόταν υγραινόμασταν υγραινόσασταν υγραινόνταν
Przeszły dokonany υγράνθηκα υγράνθηκες υγράνθηκε υγρανθήκαμε υγρανθήκατε υγράνθηκαν
Zaprzeszły είχα υγρανθεί είχες υγρανθεί είχε υγρανθεί είχαμε υγρανθεί είχατε υγρανθεί είχαν(ε) υγρανθεί
Przyszły niedokonany θα υγραίνομαι θα υγραίνεσαι θα υγραίνεται θα υγραινόμαστε θα υγραίνεστε θα υγραίνονται
Przyszły dokonany θα υγρανθώ θα υγρανθείς θα υγρανθεί θα υγρανθούμε θα υγρανθείτε θα υγρανθούν
Przedprzyszły θα έχω υγρανθεί θα έχεις υγρανθεί θα έχει υγρανθεί θα έχουμε υγρανθεί θα έχετε υγρανθεί θα έχουν(ε) υγρανθεί
Rozkazujący niedokonany - (υγραίνου) - - (υγραίνεστε) -
Rozkazujący dokonany - - - - υγρανθείτε -
Bezokolicznik rzeczowny υγρανθεί
Imiesłów bierny υγραμένος